Θεαιτητος

Θεαιτητος
    Θεαίτητος
     Теэтет, «Испрошенный от бога» (сын сунийца Эвфрония, афинский юноша, ученик Сократа; его именем назван диалог Платона «о познании»)

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "Θεαιτητος" в других словарях:

  • Θεαίτητος — obtained from God masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεαίτητος — obtained from God masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεαίτητος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μαθηματικός (4ος αι. π.Χ.). Πέθανε νεότατος από αρρώστια που του μεταδόθηκε στον πόλεμο. Από τον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα, που είναι αφιερωμένος σε αυτόν, συνάγεται ότι υπήρξε μαθητής του Θεόδωρου του Κυρηναίου και …   Dictionary of Greek

  • θεαίτητον — θεαίτητος obtained from God masc/fem acc sg θεαίτητος obtained from God neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαιτήτου — Θεαίτητος obtained from God masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεαιτήτου — θεαίτητος obtained from God masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαιτήτῳ — Θεαίτητος obtained from God masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεαιτήτῳ — θεαίτητος obtained from God masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαίτητε — Θεαίτητος obtained from God masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεαίτητε — θεαίτητος obtained from God masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεαίτητον — Θεαίτητος obtained from God masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»